Λίγες νομίζω εορταστικές εκδηλώσεις θα μπορούσαν να συγκριθούν σε επισημότητα και λαμπρότητα με εκείνη που διοργανώθηκε ακριβώς πριν από εκατό χρόνια (30/9/1907) με την ευκαιρία της θεμελίωσης της Νέας Αγχιάλου. Μια επισημότητα και λαμπρότητα που δεν λέγεται! Με διαδόχους του θρόνου και πρίγκιπες, αρχιεπισκόπους και επισκόπους, υπουργούς και βουλευτές, νομάρχες και δημάρχους, επίσημους και πλήθος λαού , που κατέφθασε με ενθουσιασμό από το Βόλο, τον Αλμυρό και τα γύρω, με σημαιοστόλιστα πολεμικά και επιβατικά καράβια, με έφιππες αστυνομικές ύλες, με μουσικές μπάντες, με χαλιά στρωμένα κάτω από θριαμβευτικές αψίδες , αλλά και με πλουσιότατα γεύματα, που δεν θα κόστισαν και λίγο στα τότε φτωχά ταμεία του κράτους και των Δήμων. Και μόνο που τον θεμέλιο λίθο έβαλε στον υπό ανέγερση Ναού του Αγίου Γεωργίου ο διάδοχος του βασιλικού θρόνου Κωνσταντίνος έφθανε! Θεωρούνταν σπουδαιότατο γεγονός.
Να μην πούμε και για τους πύρινους λόγους που εκφώνησαν αρχιεπίσκοποι, υπουργοί και δήμαρχοι!
Ασφαλώς, για να δώσει η Κυβέρνηση Θεοτόκη αυτόν τον πανηγυρικό χαρακτήρα, που η διοργάνωση του δεν ήταν και μικρό πράγμα εκείνη την εποχή, κάπου θα απέβλεπε. Πριν όμως βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για το πού απέβλεπε, πρέπει να δούμε τα πράγματα με το πρίσμα εκείνης της εποχής και όχι της σημερινής και πέρα από τις δικές μας ιδεολογικές τοποθετήσεις ώστε να έχουμε μια αληθινή και αντικειμενική εικόνα της ουσίας του γεγονότος, που έπαιρνε μια άλλη αξία στα μάτια του λαού η παραμυθένια λαμπρότητα τoυ.
Πως είχαν λοιπόν τα πράγματα τότε;
Πρώτον: Υπήρχε ο θεσμός της βασιλείας που ήταν και σύμβολο του έθνους, ένας ιερός θεσμός υπεράνω κάθε κρίσης, όχι όμως και καλοπροαίρετης: Εφημ. «Πανθεσαλική» Βόλου (25/7/1907) «… οι μετανάστες αδελφοί μας εξ Ανατολικής Ρωμυλίας προσέφυγον εις την μητέραν ελευθέραν Ελλάδα όπως εύρωσι σωτηρίαν. Δυστυχώς ο σεπτός ημών άναξ (βασιλιάς) και η σεπτή υμών Κυβέρνησης δεν επεδείξαντο όσον έπρεπε φιλογένειαν…»
Δεύτερον: Λειτουργούσαν αρκετά καλά οι δημοκρατικοί θεσμοί, πράγμα που φαίνεται από την κριτική που εξασκούσε η αντιπολίτευση στη Κυβέρνηση : Εφημ. «Εστία» Αθήνας (12/12/1907) «Η Βουλή δια τας ατασθαλίας της Αγχιάλου». (Αφορά στην κριτική που έκανε η αντιπολίτευση για τις ανωμαλίες που προέκυπταν κατά την οικοδόμηση της Ν. Αγχιάλου).
Τρίτον: Η κυβέρνηση Θεοτόκη περιελάμβανε στους κόλπου της στελέχη αρκετά καλλιεργημένα και μορφωμένα, με γνώσεις ιστορίας, αρχαιολογίας, κοινωνιολογίας κ.α. , πράγμα που φάνηκε καθαρά καθ’ όλο το διάστημα που καταπιάστηκαν με τα προβλήματα των προσφύγων αλλά και από το περιεχόμενο των ομιλιών τους κατά την θεμελίωση της Ν. Αγχιάλου. Παρ’ ότι δε συντηρητική, θεωρείται προοδευτικό βήμα η ίδρυση του Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου «Νόμος ΣΤΒ΄(υπ’ αριθ 3202) της 7ης Απριλίου 1907» για την εξεύρεση τσιφλικιών και διανομή στους πρόσφυγες και στους κολίγους που θα τα ξεχρέωναν χρεωλυτικώς. Λέμε ένα βήμα, γιατί γνωρίζουμε τι αγώνες ακολούθησαν. Συμπληρώνουμε, πως και οι άνθρωποι της αυτοδιοίκησης δεν στερούνταν μόρφωσης, όπως ο δήμαρχος Παγασών (Βόλου) Ν. Γεωργιάδης, ο γιατρός, που υπήρξε διανοούμενος και ιστορικός συγγραφέας.
Τέταρτον: Οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Βουλγαρική Ηγεμονία εξ αιτίας του «Μακεδονικού» δεν ήσαν καθόλου φιλικές, οι οποίες και επιδεινώθηκαν με την καταστροφή της Αγχιάλου και τα άλλα συμβάντα στη Βουλγαρία. Η αγανάκτηση δε εναντίον των Βουλγάρων άρχιζε από την κορυφή του κράτους και έφθανε μέχρι τον πιο απλό πολίτη, μηδενός εξαιρουμένου, και σε όλο το Πανελλήνιο.
Είναι γεγονός πως η θεμελίωση του συνοικισμού ήταν το επισφράγισμα του μεγάλου, επίπονου και δαπανηρού αγώνα της οριστικής εγκατάστασης των προσφύγων Αγχιαλιτών. Ένα αγώνα που διεξήγαγε η Κυβέρνηση γι’ αυτό με την ευκαιρία αυτή επιχείρησε να παρουσιάσει το έργο της με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτύχει πολλούς στόχους
1) Να προβάλει μέσα σ’ αυτό το κλίμα, που και μόνον η λαμπρότητα των εκδηλώσεων της έδωσαν μια αίγλη, το έργο της, του οποίου έμπρακτη απόδειξη ήταν ή θεμελίωση της πόλης, δηλαδή το ξεκίνημα της οικοδόμησης της Ν.Αγχιάλου. Υπουργός Οικ/κών Λιακόπουλος: «Το Ελληνικόν Κράτος δεν δύναται να λησμονήση ον έχει προορισμόν να παρέχει τουτέστιν πάσαν εφικτήν συνδρομήν και περίθαλψιν προς τους εκτός του Βασιλείου οικούντας έλληνες… Ηγόρασεν αντι αδρού τιμήματος τα εις τον κ. Τοπάλην ανήκοντα κτήματα, εις έν δε τούτων εγείρεται νυν η Ν. Αγχίαλος επί των ερειπίων ενδόξου προγονικής πόλεως της Πυράσου και παρά τα ερείπια άλλης ωσαύτως προγονικής πόλεως των Φθιωτίδων Θηβών».
2) Να προβάλει ιδιαίτερα τον πατριωτισμό των Αγχιαλιτών αλλά και τις άλλες αξίες τους, ώστε να τους κάνει να αισθάνονται υπερήφανοι, και μ’ αυτό να πάρουν θάρρος και δύναμη, και σαν άνθρωποι αναγνωρισμένης αξίας να ελπίζουν πως πάντα θα έχουν κάθε συμπαράσταση. Όμως να αισθανθούν κι αυτοί πόσο ενδιαφέρθηκε και πόσο τους εκτιμούσε το κράτος και όλος ο λαός. Οι Αγχιαλίτες βέβαια είχαν ήδη απαντήσει σ’ αυτό με την αψίδα υποδοχής που έγραφε: «Οι Αγχιαλίτες ευγνωμονούντες». Ας δούμε όμως τι είπαν μεταξύ άλλων και οι ρήτορες. Aρχ/σκοπος Θεόκλειτος: «Που είστε πρέσβυτα Αγχιάλου Σταυρίδη. Παράστησον ημἰν τα τρόπαια της ηρωικής Αγχιάλου του εκκλησιαστικού και εθνικού ολοκαυτόματος». Υπουργός Σιμόπουλος: «Η Βουλγαρική θηριωδία μετέτρεψεν εις σωρούς ερειπίων και εις τέφραν την ωραίαν Αγχίαλον. Ούτω η Αγχίαλος εν μέσω γενικής ειρήνης και ισταμένου του 20 αιώνα έπεσεν φευ αγωνιζόμενη υπέρ του ελληνικού εθνισμού της, έπεσεν αγωνιζόμενη εφαμίλως προς το Σούλι, 1803, προς την Πάργαν 1819 προς τα Ψαρά και το τρισένδοξον Μεσσολόγγι». Δήμαρχος Παγασών (Βόλου) : «Η εγκατάστασις των εξ Ανατολικής Ρωμυλίας εις την πατρίδα μας Ελλήνων ήτις θα έχει μεγάλην την επιρροήν εις το μέλλον όχι μόνον για την επίρρωσιν του πληθυσμού αλλά και εις την γεωργικήν ανάπτυξιν εις ήν θα συντελέση η φιλεργία και φιλοπονία των νέων συμπολιτών μας… Ιδού σήμερον παριστάμεθα εις την κατάθεσιν του θεμέλιου λίθου της Νέας Αγχιαλου … Αναβιβάσατε ταχύτερον την νέα σας πόλιν … Θα προσθέσωμεν εις τας Θεσσαλικάς πόλεις μικράν μεν αλλά λαμπρόν μαργαρίτην την Νέαν Αγχίαλον…» Με όλα αυτά παράλληλα έδινε να καταλάβουν και οι ντόπιοι ΈλΛηνες ότι οι Αγχιαλίτες, που θα είχαν γείτονες, ήσαν άνθρωποί αξίας, με πολλά προσόντα και όχι τυχόντες, γι’ αυτό και τους τιμούσαν μ’ αυτόν τον τρόπο.
3) Να αποστομώσει την άντιπολιτευση που δεν έχανε την ευκαιρία να εξασκεί αυστηρά κριτική σε όσους είχανε την υπευθυνότητα για την περίθαλψή των προσφύγων, Κυβέρνηση, και φιλικούς προς αυτήν νομάρχες και δημάρχους. Μια κριτική που ναι μεν χρήσιμη, όμως πολλές φορές απερίσκεπτη που κατέληγε να εξυπηρετεί ακόμα και τη Βουλγαρική προπαγάνδα. Αντιπολιτευόμενη Εφημ. «Πανθεσσαλική» 22/8/1907: «Οι πρόσφυγες φεύγουν- 50 οικογένειες». Ένα άρθρο που αναφέρει πως η αναλγησία του κράτους των ηλιθίων και ασυνειδήτων εκμεταλλευτών, των φασουλίδων, όπου επικρατεί το κόμμα, ανάγκασε τους πρόσφυγες να ξαναγυρίζουν στη Βουλγαρία. Αυτό διέδιδε και η Βουλγαρική προπαγάνδα για να μην εγκαταλείψουν οι Έλληνες τη Βούλγαρία. Ώμως δεν ευσταθεί γιατί ξέρουμε καλά ότι όσοι γύριζαν τότε, γύριζαν προσωρινά για να τακτοποιήσουν εκκρεμότητες που άφησαν εκεί. Απόδειξη πως και το 1909 κατέβαιναν ακόμη Έλληνες εδώ. Όσο για τους Βουλγάρους, αφού πέτυχαν του σκοπούς τους (εξαφάνιση των ελληνικών σχολείων και εκκλησιών), δεν ήθελαν να φύγουν οι Αγχιαλίτες, που ήταν ένα παραγωγικό στοιχείο, μια και ο εκβουλγαρισμός τους ήταν πια σίγουρος, αλλά και για τα μάτια των ξένων ότι τάχα τους «συγχωρούσαν» για την αντίσταση. Εφημ. «Η Θεσσαλία» (14/4/1909): «Ήρθαν από την Βουλγαρίαν διότι εβράδιναν – Οι περισσότεροι είναι πρόκριτοι που εφυλακίσθησαν από τους Βουλγάρους. Η Βουλγαρική Κυβέρνηση τους εμποδίζει να κατέβουν. Τους υπόσχεται να οικοδομήσει την πόλιν και να δώσει δάνειον η Γεωργική τράπεζα που άρχισε». Επομένως η γιορτή της θεμελίωσης ήταν ένα κτύπημα και στη Βουλγαρική προπαγάνδα. Όσο για την αντιπολίτευση είχε κατεβάσει αρκετά τους τόνους τις ημέρες εκείνες. Σημειώνουμε όμως ότι επιστροφή στη Βουλγαρία έχουμε αργότερα, από αρκετούς, όταν ξέσπασε το θανατικό με την ελονοσία.
4) Να ικανοποιήσει στο πανελλήνιο το εθνικό αίσθημα που είχε πληγωθεί αφάνταστα από την συμφορά των αδελφών της Βουλγαρίας, δίνοντας σαν αντιστάθμισμα στην απώλεια ελληνικών εστιών, την ενίσχυση του χώρου της Ελληνικής επικράτειας με ανθρώπους αναγνωρισμένης αξίας. Αυτό το επιβεβαίωνε στα μάτια του πανελλήνιου και η ξεχωριστή τιμή που τους δινόταν με τις λαμπρές εκδηλώσεις. Οι Αγχιαλίτες δεν ήσαν μόνο πατριώτες και φιλόπονοι. Είχαν και άριστη παιδεία. Σημειωτέον ότι έλειπε ο αναλφαβητισμός από την Αγχίαλο.
5) Να ανεβάσει διεθνώς το γόητρο της Ελλάδας πληροφορώντας φίλους και εχθρούς πως η καταχρεωμένη αυτή χώρα περιέθαλψε, βοήθησε και έδωσε μια νέα πατρίδα στα κατατρεγμένα παιδιά του έξω ελληνισμού που υπήρξαν θύματα των Βουλγαρικών βιαιοτήτων. Προσωπικά δεν έπεσε στην αντίληψή μου κάτι γραμμένο στον τύπο της εποχής, που να αναφέρει πώς σχολίασαν οι ξένοι τη θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου. Εκείνο που έπεσε είναι ότι στις διαμαρτυρίες του ελληνικού κράτους, του Πατριαρχείου κ.α. προς τις κυβερνήσεις, Λονδίνου, Βερολίνου, Μόσχας, Παρισίων, Βιέννης και Ρώμης για την καταπάτηση από τους Βουλγάρους του άρθρου 5 του Βερολiνειου Συνεδρίου δεν έδωσαν και μεγάλη σημασία και το ενδιαφέρον τους ήταν αρκετά χλιαρό. Μόνον οι Ρώσοι έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μια διαμαρτυρία, που ήταν η δεύτερη, και σε αυστηρή γλώσσα ήταν εκείνη της Υψηλής Πύλης για την απελευθέρωση του Μητροπολίτου Αγχιάλου Βασιλείου Β΄, και η επέμβαση των προξένων Αυστρίας και Ρωσίας επίσης για τον Βασίλειο. Εφημ. «Ακρόπολις» Αθήνας (4/8/, 4/9/1906). Σε γενικές γραμμές η γνώμη που επικρατούσε στην Ελλάδα ήταν ότι όλοι μας εχθρεύονταν. Εφημ. «Πανθεσσαλική» (24/8/1907): «Προσοχή λοιπόν και φρόνησις, αν έχωμεν υπ’ όψιν τον πανβαλκανικόν και τον πανευρωπαϊκόν διωγμόν τον οποίον υφιστάμεθα». Για την Κυβέρνηση λοιπόν ήταν μια ευκαιρία να δώσει ένα καλό μάθημα σε εχθρούς και φίλους. Μικρούς και μεγάλους.
Σε γενικές γραμμές πιστεύω πως η θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου ήταν το επισφράγισμα μιας αρκετά πετυχημένης αντιμετώπισης του προβλήματος των πρώτων προσφύγων, γι’ αυτό και γιορτάστηκέ πανηγυρικά. Πιστεύω ακόμα πως πέρα από τις σκοπιμότητες η χαρά και ο ενθουσιασμός των αρχών του Βόλου, της εκκλησίας και του λαού ήταν ειλικρινής. Το ίδιο ισχύει και για τον Αλμυρό και την περιοχή του. Εξ άλλου είδαμε πώς τους συμπαραστάθηκαν από την πρώτη στιγμή.
Θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα πως η πανηγυρική θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου και της Ευξεινούπολης ήταν μια ευκαιρία στην Κυβέρνηση Θεοτόκη να δείξει στο λαό της περιοχής μας, που τόσο είχε υποφέρει κατά τον άτυχο πόλεμο του 97, πως το μεγαλείο του Ελληνικού Βασιλείου ήταν πάλι στις δόξες του.
Νομίζω πως η Κυβέρνηση με τη σημασία που έδωσε στη θεμελίωση πέτυχε τους στόχους που έβαλε. Γεννάται όμως το ερώτημα, ιδίως σε μας τους Αγχιαλίτες. Θα μπορούσε αυτή η χαρά για τη νέα πατρίδα, να συνεχιστεί ή ήταν ανθρωπίνως αδύνατο και να μετατραπεί αργότερα σε βαρύτατο πένθος και λύπη, εξ αιτίας του θανατικού απ’ την ελονοσία που αφάνισε τον ωραίο μας κόσμο;
Ν. Βλάχου «Το Μακεδονικό ως φάση του Ανατολικού Ζητήματος 1878-1908
Γ. Μέγα «Η Ανατολική Ρουμελία», Αθήναι 1945
Δράκου Μαυρομάτη «Η Αγχίαλος μέσ’ από τις Φλόγες», Αθήναι 1930
Κ. Εμμανουηλίδη «Σύγχρονος ιστορία – Οι ανθελληνικοί διωγμοί εν Βουλγαρία το 1906…» Βόλος 1956
Γ. Διονυσίου «Μια Αγχίαλος Νέα Γεννιέται», Βόλος 2006
Να μην πούμε και για τους πύρινους λόγους που εκφώνησαν αρχιεπίσκοποι, υπουργοί και δήμαρχοι!
Ασφαλώς, για να δώσει η Κυβέρνηση Θεοτόκη αυτόν τον πανηγυρικό χαρακτήρα, που η διοργάνωση του δεν ήταν και μικρό πράγμα εκείνη την εποχή, κάπου θα απέβλεπε. Πριν όμως βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για το πού απέβλεπε, πρέπει να δούμε τα πράγματα με το πρίσμα εκείνης της εποχής και όχι της σημερινής και πέρα από τις δικές μας ιδεολογικές τοποθετήσεις ώστε να έχουμε μια αληθινή και αντικειμενική εικόνα της ουσίας του γεγονότος, που έπαιρνε μια άλλη αξία στα μάτια του λαού η παραμυθένια λαμπρότητα τoυ.
Πως είχαν λοιπόν τα πράγματα τότε;
Πρώτον: Υπήρχε ο θεσμός της βασιλείας που ήταν και σύμβολο του έθνους, ένας ιερός θεσμός υπεράνω κάθε κρίσης, όχι όμως και καλοπροαίρετης: Εφημ. «Πανθεσαλική» Βόλου (25/7/1907) «… οι μετανάστες αδελφοί μας εξ Ανατολικής Ρωμυλίας προσέφυγον εις την μητέραν ελευθέραν Ελλάδα όπως εύρωσι σωτηρίαν. Δυστυχώς ο σεπτός ημών άναξ (βασιλιάς) και η σεπτή υμών Κυβέρνησης δεν επεδείξαντο όσον έπρεπε φιλογένειαν…»
Δεύτερον: Λειτουργούσαν αρκετά καλά οι δημοκρατικοί θεσμοί, πράγμα που φαίνεται από την κριτική που εξασκούσε η αντιπολίτευση στη Κυβέρνηση : Εφημ. «Εστία» Αθήνας (12/12/1907) «Η Βουλή δια τας ατασθαλίας της Αγχιάλου». (Αφορά στην κριτική που έκανε η αντιπολίτευση για τις ανωμαλίες που προέκυπταν κατά την οικοδόμηση της Ν. Αγχιάλου).
Τρίτον: Η κυβέρνηση Θεοτόκη περιελάμβανε στους κόλπου της στελέχη αρκετά καλλιεργημένα και μορφωμένα, με γνώσεις ιστορίας, αρχαιολογίας, κοινωνιολογίας κ.α. , πράγμα που φάνηκε καθαρά καθ’ όλο το διάστημα που καταπιάστηκαν με τα προβλήματα των προσφύγων αλλά και από το περιεχόμενο των ομιλιών τους κατά την θεμελίωση της Ν. Αγχιάλου. Παρ’ ότι δε συντηρητική, θεωρείται προοδευτικό βήμα η ίδρυση του Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου «Νόμος ΣΤΒ΄(υπ’ αριθ 3202) της 7ης Απριλίου 1907» για την εξεύρεση τσιφλικιών και διανομή στους πρόσφυγες και στους κολίγους που θα τα ξεχρέωναν χρεωλυτικώς. Λέμε ένα βήμα, γιατί γνωρίζουμε τι αγώνες ακολούθησαν. Συμπληρώνουμε, πως και οι άνθρωποι της αυτοδιοίκησης δεν στερούνταν μόρφωσης, όπως ο δήμαρχος Παγασών (Βόλου) Ν. Γεωργιάδης, ο γιατρός, που υπήρξε διανοούμενος και ιστορικός συγγραφέας.
Τέταρτον: Οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Βουλγαρική Ηγεμονία εξ αιτίας του «Μακεδονικού» δεν ήσαν καθόλου φιλικές, οι οποίες και επιδεινώθηκαν με την καταστροφή της Αγχιάλου και τα άλλα συμβάντα στη Βουλγαρία. Η αγανάκτηση δε εναντίον των Βουλγάρων άρχιζε από την κορυφή του κράτους και έφθανε μέχρι τον πιο απλό πολίτη, μηδενός εξαιρουμένου, και σε όλο το Πανελλήνιο.
Είναι γεγονός πως η θεμελίωση του συνοικισμού ήταν το επισφράγισμα του μεγάλου, επίπονου και δαπανηρού αγώνα της οριστικής εγκατάστασης των προσφύγων Αγχιαλιτών. Ένα αγώνα που διεξήγαγε η Κυβέρνηση γι’ αυτό με την ευκαιρία αυτή επιχείρησε να παρουσιάσει το έργο της με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτύχει πολλούς στόχους
1) Να προβάλει μέσα σ’ αυτό το κλίμα, που και μόνον η λαμπρότητα των εκδηλώσεων της έδωσαν μια αίγλη, το έργο της, του οποίου έμπρακτη απόδειξη ήταν ή θεμελίωση της πόλης, δηλαδή το ξεκίνημα της οικοδόμησης της Ν.Αγχιάλου. Υπουργός Οικ/κών Λιακόπουλος: «Το Ελληνικόν Κράτος δεν δύναται να λησμονήση ον έχει προορισμόν να παρέχει τουτέστιν πάσαν εφικτήν συνδρομήν και περίθαλψιν προς τους εκτός του Βασιλείου οικούντας έλληνες… Ηγόρασεν αντι αδρού τιμήματος τα εις τον κ. Τοπάλην ανήκοντα κτήματα, εις έν δε τούτων εγείρεται νυν η Ν. Αγχίαλος επί των ερειπίων ενδόξου προγονικής πόλεως της Πυράσου και παρά τα ερείπια άλλης ωσαύτως προγονικής πόλεως των Φθιωτίδων Θηβών».
2) Να προβάλει ιδιαίτερα τον πατριωτισμό των Αγχιαλιτών αλλά και τις άλλες αξίες τους, ώστε να τους κάνει να αισθάνονται υπερήφανοι, και μ’ αυτό να πάρουν θάρρος και δύναμη, και σαν άνθρωποι αναγνωρισμένης αξίας να ελπίζουν πως πάντα θα έχουν κάθε συμπαράσταση. Όμως να αισθανθούν κι αυτοί πόσο ενδιαφέρθηκε και πόσο τους εκτιμούσε το κράτος και όλος ο λαός. Οι Αγχιαλίτες βέβαια είχαν ήδη απαντήσει σ’ αυτό με την αψίδα υποδοχής που έγραφε: «Οι Αγχιαλίτες ευγνωμονούντες». Ας δούμε όμως τι είπαν μεταξύ άλλων και οι ρήτορες. Aρχ/σκοπος Θεόκλειτος: «Που είστε πρέσβυτα Αγχιάλου Σταυρίδη. Παράστησον ημἰν τα τρόπαια της ηρωικής Αγχιάλου του εκκλησιαστικού και εθνικού ολοκαυτόματος». Υπουργός Σιμόπουλος: «Η Βουλγαρική θηριωδία μετέτρεψεν εις σωρούς ερειπίων και εις τέφραν την ωραίαν Αγχίαλον. Ούτω η Αγχίαλος εν μέσω γενικής ειρήνης και ισταμένου του 20 αιώνα έπεσεν φευ αγωνιζόμενη υπέρ του ελληνικού εθνισμού της, έπεσεν αγωνιζόμενη εφαμίλως προς το Σούλι, 1803, προς την Πάργαν 1819 προς τα Ψαρά και το τρισένδοξον Μεσσολόγγι». Δήμαρχος Παγασών (Βόλου) : «Η εγκατάστασις των εξ Ανατολικής Ρωμυλίας εις την πατρίδα μας Ελλήνων ήτις θα έχει μεγάλην την επιρροήν εις το μέλλον όχι μόνον για την επίρρωσιν του πληθυσμού αλλά και εις την γεωργικήν ανάπτυξιν εις ήν θα συντελέση η φιλεργία και φιλοπονία των νέων συμπολιτών μας… Ιδού σήμερον παριστάμεθα εις την κατάθεσιν του θεμέλιου λίθου της Νέας Αγχιαλου … Αναβιβάσατε ταχύτερον την νέα σας πόλιν … Θα προσθέσωμεν εις τας Θεσσαλικάς πόλεις μικράν μεν αλλά λαμπρόν μαργαρίτην την Νέαν Αγχίαλον…» Με όλα αυτά παράλληλα έδινε να καταλάβουν και οι ντόπιοι ΈλΛηνες ότι οι Αγχιαλίτες, που θα είχαν γείτονες, ήσαν άνθρωποί αξίας, με πολλά προσόντα και όχι τυχόντες, γι’ αυτό και τους τιμούσαν μ’ αυτόν τον τρόπο.
3) Να αποστομώσει την άντιπολιτευση που δεν έχανε την ευκαιρία να εξασκεί αυστηρά κριτική σε όσους είχανε την υπευθυνότητα για την περίθαλψή των προσφύγων, Κυβέρνηση, και φιλικούς προς αυτήν νομάρχες και δημάρχους. Μια κριτική που ναι μεν χρήσιμη, όμως πολλές φορές απερίσκεπτη που κατέληγε να εξυπηρετεί ακόμα και τη Βουλγαρική προπαγάνδα. Αντιπολιτευόμενη Εφημ. «Πανθεσσαλική» 22/8/1907: «Οι πρόσφυγες φεύγουν- 50 οικογένειες». Ένα άρθρο που αναφέρει πως η αναλγησία του κράτους των ηλιθίων και ασυνειδήτων εκμεταλλευτών, των φασουλίδων, όπου επικρατεί το κόμμα, ανάγκασε τους πρόσφυγες να ξαναγυρίζουν στη Βουλγαρία. Αυτό διέδιδε και η Βουλγαρική προπαγάνδα για να μην εγκαταλείψουν οι Έλληνες τη Βούλγαρία. Ώμως δεν ευσταθεί γιατί ξέρουμε καλά ότι όσοι γύριζαν τότε, γύριζαν προσωρινά για να τακτοποιήσουν εκκρεμότητες που άφησαν εκεί. Απόδειξη πως και το 1909 κατέβαιναν ακόμη Έλληνες εδώ. Όσο για τους Βουλγάρους, αφού πέτυχαν του σκοπούς τους (εξαφάνιση των ελληνικών σχολείων και εκκλησιών), δεν ήθελαν να φύγουν οι Αγχιαλίτες, που ήταν ένα παραγωγικό στοιχείο, μια και ο εκβουλγαρισμός τους ήταν πια σίγουρος, αλλά και για τα μάτια των ξένων ότι τάχα τους «συγχωρούσαν» για την αντίσταση. Εφημ. «Η Θεσσαλία» (14/4/1909): «Ήρθαν από την Βουλγαρίαν διότι εβράδιναν – Οι περισσότεροι είναι πρόκριτοι που εφυλακίσθησαν από τους Βουλγάρους. Η Βουλγαρική Κυβέρνηση τους εμποδίζει να κατέβουν. Τους υπόσχεται να οικοδομήσει την πόλιν και να δώσει δάνειον η Γεωργική τράπεζα που άρχισε». Επομένως η γιορτή της θεμελίωσης ήταν ένα κτύπημα και στη Βουλγαρική προπαγάνδα. Όσο για την αντιπολίτευση είχε κατεβάσει αρκετά τους τόνους τις ημέρες εκείνες. Σημειώνουμε όμως ότι επιστροφή στη Βουλγαρία έχουμε αργότερα, από αρκετούς, όταν ξέσπασε το θανατικό με την ελονοσία.
4) Να ικανοποιήσει στο πανελλήνιο το εθνικό αίσθημα που είχε πληγωθεί αφάνταστα από την συμφορά των αδελφών της Βουλγαρίας, δίνοντας σαν αντιστάθμισμα στην απώλεια ελληνικών εστιών, την ενίσχυση του χώρου της Ελληνικής επικράτειας με ανθρώπους αναγνωρισμένης αξίας. Αυτό το επιβεβαίωνε στα μάτια του πανελλήνιου και η ξεχωριστή τιμή που τους δινόταν με τις λαμπρές εκδηλώσεις. Οι Αγχιαλίτες δεν ήσαν μόνο πατριώτες και φιλόπονοι. Είχαν και άριστη παιδεία. Σημειωτέον ότι έλειπε ο αναλφαβητισμός από την Αγχίαλο.
5) Να ανεβάσει διεθνώς το γόητρο της Ελλάδας πληροφορώντας φίλους και εχθρούς πως η καταχρεωμένη αυτή χώρα περιέθαλψε, βοήθησε και έδωσε μια νέα πατρίδα στα κατατρεγμένα παιδιά του έξω ελληνισμού που υπήρξαν θύματα των Βουλγαρικών βιαιοτήτων. Προσωπικά δεν έπεσε στην αντίληψή μου κάτι γραμμένο στον τύπο της εποχής, που να αναφέρει πώς σχολίασαν οι ξένοι τη θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου. Εκείνο που έπεσε είναι ότι στις διαμαρτυρίες του ελληνικού κράτους, του Πατριαρχείου κ.α. προς τις κυβερνήσεις, Λονδίνου, Βερολίνου, Μόσχας, Παρισίων, Βιέννης και Ρώμης για την καταπάτηση από τους Βουλγάρους του άρθρου 5 του Βερολiνειου Συνεδρίου δεν έδωσαν και μεγάλη σημασία και το ενδιαφέρον τους ήταν αρκετά χλιαρό. Μόνον οι Ρώσοι έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μια διαμαρτυρία, που ήταν η δεύτερη, και σε αυστηρή γλώσσα ήταν εκείνη της Υψηλής Πύλης για την απελευθέρωση του Μητροπολίτου Αγχιάλου Βασιλείου Β΄, και η επέμβαση των προξένων Αυστρίας και Ρωσίας επίσης για τον Βασίλειο. Εφημ. «Ακρόπολις» Αθήνας (4/8/, 4/9/1906). Σε γενικές γραμμές η γνώμη που επικρατούσε στην Ελλάδα ήταν ότι όλοι μας εχθρεύονταν. Εφημ. «Πανθεσσαλική» (24/8/1907): «Προσοχή λοιπόν και φρόνησις, αν έχωμεν υπ’ όψιν τον πανβαλκανικόν και τον πανευρωπαϊκόν διωγμόν τον οποίον υφιστάμεθα». Για την Κυβέρνηση λοιπόν ήταν μια ευκαιρία να δώσει ένα καλό μάθημα σε εχθρούς και φίλους. Μικρούς και μεγάλους.
Σε γενικές γραμμές πιστεύω πως η θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου ήταν το επισφράγισμα μιας αρκετά πετυχημένης αντιμετώπισης του προβλήματος των πρώτων προσφύγων, γι’ αυτό και γιορτάστηκέ πανηγυρικά. Πιστεύω ακόμα πως πέρα από τις σκοπιμότητες η χαρά και ο ενθουσιασμός των αρχών του Βόλου, της εκκλησίας και του λαού ήταν ειλικρινής. Το ίδιο ισχύει και για τον Αλμυρό και την περιοχή του. Εξ άλλου είδαμε πώς τους συμπαραστάθηκαν από την πρώτη στιγμή.
Θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα πως η πανηγυρική θεμελίωση της Νέας Αγχιάλου και της Ευξεινούπολης ήταν μια ευκαιρία στην Κυβέρνηση Θεοτόκη να δείξει στο λαό της περιοχής μας, που τόσο είχε υποφέρει κατά τον άτυχο πόλεμο του 97, πως το μεγαλείο του Ελληνικού Βασιλείου ήταν πάλι στις δόξες του.
Νομίζω πως η Κυβέρνηση με τη σημασία που έδωσε στη θεμελίωση πέτυχε τους στόχους που έβαλε. Γεννάται όμως το ερώτημα, ιδίως σε μας τους Αγχιαλίτες. Θα μπορούσε αυτή η χαρά για τη νέα πατρίδα, να συνεχιστεί ή ήταν ανθρωπίνως αδύνατο και να μετατραπεί αργότερα σε βαρύτατο πένθος και λύπη, εξ αιτίας του θανατικού απ’ την ελονοσία που αφάνισε τον ωραίο μας κόσμο;
Ν. Βλάχου «Το Μακεδονικό ως φάση του Ανατολικού Ζητήματος 1878-1908
Γ. Μέγα «Η Ανατολική Ρουμελία», Αθήναι 1945
Δράκου Μαυρομάτη «Η Αγχίαλος μέσ’ από τις Φλόγες», Αθήναι 1930
Κ. Εμμανουηλίδη «Σύγχρονος ιστορία – Οι ανθελληνικοί διωγμοί εν Βουλγαρία το 1906…» Βόλος 1956
Γ. Διονυσίου «Μια Αγχίαλος Νέα Γεννιέται», Βόλος 2006
(Εφ. «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ 13/10/2007)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου